Εξ εαυτού το Καλοκαίρι εξαϋλώνει,
αφού πρώτα το γάζωσε με χοντρές
σταγόνες η πρώτη καταιγίδα
Η φύση δεν ξέρει να θρηνεί,
-είναι προνόμιο των ανθρώπων ο θρήνος-υμνεί την ευγενή σήψη μέ
ωσαννά κορυδαλλών καί
με ωραία στολίζει χρώματα
τις κατηφοριές των λόφων
για να κυλήσει με το κεφάλι του
ο ουρανός προς τη θάλασσα.
.............................................................................................
Οι κοπέλες μαζεύουν στη σκάφη
τα πλυμένα ρούχα και φεύγουν βιαστικά
απ' το ποτάμι.Η μοσχοβολιά του κορμιού τους
δεν φυλακίζεται κάτω απ' τα καθαρά τους ρούχα.
Κοιτάζονται στο καθρέφτη και βάφουν
τα χείλη κόκκινα με μούστο από σταφυλόροϊδο
για να μεθύσουν τη νύχτα με τα φιλιά τους.
................................................................................................
Μαζεύουν μέσα τα παιδιά
με μορμολύκεια οι γιαγιάδες,
τα σφίγγουν στην αγκαλιά
και τους λένε παραμύθια
να μην φοβούνται τις αστραπές
αλλά τους κεραυνούς των ανθρώπων.
................................................................................................
Άνοιξα το παράθυρο
να νιώσω στο πρόσωπο
τη βροχή.
Οι άγιοι πόνοι της ψυχής μου
ξύπνησαν τις παλιές πληγές να με πονέσουν.
Αυτή η υγρασία του Φθινοπώρου
πονάει πολύ στα κόκαλα όταν μπαίνει.
Αυτούς τους πόνους σέβομαι γιατί
όσο θα νιώθω πως πονώ θα ζω.
(Από το τετράδιο σχεδιάσματα για τις τέσσερες εποχές αποσπάσματα για το Φθινόπωρο)
Σπύρος Σ. Βουτσινάς


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου